Ex_posure

Interviews

Ex_pose: Christos Bokoros, The Bare Essentials

Εx_pose:Χρήστος Μποκόρος – Τα Στοιχειώδη στη ζωγραφική

Bokoros, The bare essentials
« από 8 »

‘Πάνω σε σανίδια από ορεινές γέφυρες, ζωγραφίζω κοπιώντες και πεφορτισμένους και τα ελάχιστα απαραίτητα της ζωής: λίγο φαί, νερό να ευπρεπιστούμε, ένα κατάλυμα, και μια πόρτα ανοιχτή.

Η στενότητα και το μήκος των έργων επισημαίνουν τη στενότητα και το μήκος της οδού που διαβαίνουμε ως την απέναντι όχθη. Τα πεπατημένα ξύλα, ανακαλούν το πλήθος των αγνώστων που τα περπάτησαν. Πάνω τους η ζωγραφική, επιμελημένο σήμα απ’ το πέρασμά μας, αντιστέκεται στη ζωή που μας δαπανά αδαπάνητη.’

Χ. Μ.

Για το Χρήστο Μποκόρο η ζωγραφική είναι ‘άσκηση αυτογνωσίας’. Μια προσωπική, ενδοσκοπική τελετουργία μεταφυσικού, αποκαλυπτικού και εν τέλει λυτρωτικού χαρακτήρα που μετουσιώνει το πνεύμα σε ύλη, σε έργα ζωγραφικά. Μια τελετουργία που μετουσιώνει τη με μόχθο κεκτημένη προσωπική αλήθεια του καλλιτέχνη σε οικουμενική. Έτσι, φτιάχνονται έργα που όχι μόνο αναπαριστούν την αλήθεια που τα γέννησε αλλά που γίνονται-που είναι τα ίδια η αλήθεια αυτή.

Στη νέα δουλειά του ο Χρήστος Μποκόρος αναμετρήθηκε με την έννοια και την ουσία του μέτρου στη ζωή του ανθρώπου. Πνευματικό και εικαστικό αντίδωρο αυτής της αναμέτρησης ‘Τα Στοιχειώδη’. Τα Στοιχειώδη ως αναγκαία συνθήκη όχι της επιβίωσης αλλά της ύπαρξης.

Ο Χρήστος Μποκόρος μίλησε στην Ελένη Ζυμαράκη Τζώρτζη

Ε.Ζ. Συμπληρώνονται κοντά δέκα χρόνια από την τελευταία μεγάλη ατομική σας έκθεση. Τι έχει αλλάξει στη δουλειά σας από το «Αδιάβαστο Δάσος» μέχρι «Tα Στοιχειώδη», ως φυσική συνέπεια των γενικότερων αλλαγών που ο χρόνος και οι συνθήκες επέφεραν στη ζωή σας;

Η ζωγραφική μου διαπραγματευόταν κατ’αρχήν τη σχέση μου με την καταγωγή.

Ζητούμενο ενδόμυχο ήταν μάλλον η κατανόηση μιας ταυτότητας ώστε να σταθώ όρθιος απέναντι στους άλλους, στο άλλο, στην ετερότητα. Πώς να συνομιλήσεις αν δεν αναγνωρίζεις τον εαυτό σου ως κάτι; Πώς θα σε αναγνωρίσουνε και οι άλλοι χωρίς ένα πρόσωπο; Το προς-όψιν, δηλαδή αυτό που απευθύνει κανείς στην κοινή θέα.

Με το Αδιάβαστο Δάσος, στοχάστηκα τη βιωμένη ιστορία σαν συλλογική συνείδηση που μέσα της διαμορφώθηκα. Σαν μνημόσυνο, ένα ανθισμένο λιβάδι αιωρείται σε μαύρα πανιά μπροστά απ’ το φως, να ελευθερώσει από τη θλίψη της ήττας τη μνήμη των νικημένων της αντίστασης και του εμφυλίου. Στα απόνερα αυτής της συνθήκης μεγάλωσα, κι αυτήν δυστυχώς πληρώνουμε ακόμη.

Τώρα, με τα στοιχειώδη, παιδεύομαι με την οντότητα του ανθρώπου. Ο άνθρωπος εν αφηρημένη εννοία αλλά ως πολύ συγκεκριμένο όν. Τι έχει στοιχειωδώς ανάγκη ο καθένας μας για μια λιτή ευημερία;

Μας πιέζουν να εξαρτώμαστε από τα προιόντα της αγοράς. Υπάρχει ένας ευρύτατος καταιγιστικός μηχανισμός ενημέρωσης που το επιδιώκει ακατάπαυστα, αλλά τι προσδοκούμε εμείς ως ανεξάρτητα κοινωνικά όντα; Το shoping είναι όντως therapy αλλά είναι κυρίως θεραπεία της αγοράς ώστε να εξασφαλίζει την ύπαρξή της. Δεν ενδιαφέρεται η αγορά για τη δική μας ευημερία παρά μόνο στο μέτρο που υπάρχουμε ως εξαρτημένοι από τα συνεχώς ανανεούμενα προιόντα της. Αλλά πάλι τι είναι ευημερία; Τι είναι αυτό το ευ μπροστά απ’ την κάθε μέρα μας; Εκείνο το αρχαίο ουκ εν τω πολλώ το ευ έχει κάποια σημασία στον καταναλωτικό καπιταλισμό της συσσώρευσης; Το ευ ζειν έχει σχέση με την αφθονία ή μήπως με της ολιγοσύνης το μεγαλείο; Τέτοια σκέφτομαι και ζωγραφίζω αυτά που ζωγραφίζω.

Τα στοιχειώδη βέβαια είναι αυτά που ζωγράφιζα πάντα αλλά αποσπασματικά. Τώρα σ΄αυτήν εδώ την έκθεση φαίνονται ως συνκεφαλαίωση, αποκτούν εμφανέστερο νόημα. Όλα μαζί υπερβαίνουν την παραστατικότητα της ζωγραφικής και υποβάλουν μια στοχευμένη πρόθεση αντιμετώπισης του καθημερινού μας βίου, πιο αφηρημένα αλλά και πιο ουσιαστικά ελπίζω.

Ε.Ζ. Η πρώτη ύλη σας είναι το ξύλο, ένας κάποτε ζωντανός οργανισμός που φέρει πάνω του τα σημάδια του χρόνου και του ανθρώπου – ένα υλικό που παραπέμπει και στη βυζαντινή παράδοση των φορητών εικόνων. Έχετε να κάνετε επομένως με ένα υλικό φορτισμένο, εμποτισμένο σε συμβολισμούς και μνήμες. Πόσο δευσμευτικό μπορεί να είναι κάτι τέτοιο για εσάς και σε ποιο βαθμό επηρεάζει το τελικό εικαστικό αποτέλεσμα;

Είναι πολύ αρχαιότερο των βυζαντινών το ξύλο ως επιφάνεια για τη ζωγραφική. Το χρησιμοποιώ φθαρμένο πια από άλλες χρήσεις. Νιώθω έτσι κατετεθειμένη πάνω του συλλογική μνήμη. Σ’ αυτήν επιθυμώ να προσθέσω το έργο μου, ως συνέχεια. Αναρωτιέμαι πότε παλιώνει το παλιό και κυρίως πότε παλιώνει το νέο ώστε να αντικατασταθεί από κάτι άλλο νεώτερο; Και στην τρέχουσα κοινωνική απαίτηση συνεχούς ανανέωσης, αναζητώ το νόημα που μπορεί να αποδώσει η ζωγραφική, η οποία προσδοκά στην αιωνιότητα και την αλήθεια, ζητούμενα αμετάβλητα, δηλαδή συνεχώς ζωντανά. Και το ξύλο είναι σπουδαίο βοήθημα προς αυτή την κατεύθυνση. Παραμένει φύση ζωντανή. Τεμαχισμένο και ορθογωνισμένο πιά, κατεργασμένο με εμφανή ίχνη ανθρώπων πάνω του, κουβαλάει πάντα ζώσα και προφανή επίσης την καταγωγή του. Σπόροι, ρίζες, κλαδιά και φυλλώματα, βροχές και λιακάδες, εποχές και χρόνια πολλά το κατάφεραν να μας παραδοθεί.

Ε.Ζ. Έχετε πει πως η ζωγραφική ακόμη και στην πιο αφηρημένη μορφή της, κάτι παριστά. Tελικά η ζωγραφική και γενικότερα η τέχνη έχει νόημα ορώμενη έξω από το χωροχρονικό πλαίσιο και τις ιδιαίτερες συνθήκες μέσα από τις οποίες αναδύθηκε και δημιουργήθηκε;

Αναζητούμε τον χωροχρόνο και τις ιδιαίτερες συνθήκες μέσα από τις οποίες αναδύθηκε και δημιουργήθηκε η ζωγραφική μόνο όταν δεν αφεθούμε σ’ αυτήν ή όταν δεν μπορέσει εκείνη να μας αρπάξει και να μας πετάξει πάνω απ’ τις συνθήκες και τον χωροχρόνο. Η ζωγραφική παριστά εν ετέρα μορφή τον κόσμο, δεν είναι στιγμιότυπο της ζωής, δεν είναι ακριβώς μια εικόνα του κόσμου τούτου αλλά προσέγγιση της αιωνιότητας. Χρέος του δημιουργού είναι όχι ακριβώς να εκφράσει τον εαυτό του ή την εποχή αλλά να αναδείξει μια δραστική εικόνα αυτού που μπορεί στην εποχή του η κοινότητα να αντιληθφεί ως το υψηλό και το κύριο. Όχι να παραστήσει τα ορατά πράγματα αλλά να κάνει τα πράγματα ορατά.

Ε.Ζ. Ζούμε στην εποχή της εικόνας. Τι σημαίνει αυτό για τη ζωγραφική; Ποια η σχέση της με το λόγο;

Έγραφα ήδη στην πρώτη μου έκθεση μετά τη σχολή των καλών τεχνών, και το πιστεύω ακόμη, ότι: είναι σύμπτωμα των καιρών να λέγονται και λόγια για τη ζωγραφική που θά ‘πρεπε από μόνη της να μιλάει και για μας. Χρόνια ζωγράφιζα για να μάθω το πώς μα όλο και πιο πολύ βεβαιώνομαι ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος απ’ το ν’ αγαπήσεις και να δείς. Ύστερα ότι είναι να κάνεις θα κάνεις κι ότι είναι να φανεί θα φανεί. Άλλωστε η αμφιβολία, κι αν δεν την κουβαλάς, σ’ ακολουθεί αυτή μονάχη της.

Προσπαθώ έκτοτε αυτά που ζωγραφίζω να είναι άμεσα κατανοητά και υποβλητικά του νοήματος που προσδοκώ να γίνει αντιληπτό. Απευθύνονται κατευθείαν στην οπτική μας αντίληψη και την ψυχική μας ανάταση χωρίς περαιτέρω ανάγκη σχολιασμών και πολύπλοκων ερμηνειών. Το θεωρώ αυτονόητο.

E.Z. Η μοντέρνα τέχνη ουσιαστικά σήμανε την απελευθέρωση του καλλιτέχνη αλλά και του έργου τέχνης από την ανάγκη υποταγής σε ακαδημαϊκούς και κοινωνικούς κανόνες και οδήγησε σε μία έκρηξη κινημάτων και τεχνοτροπιών. Ποιες ήταν όμως οι συνέπειες για το θεατή; λειτούργησε εξίσου απελευθερωτικά ή προκάλεσε σύγχυση και ένα βαθύ χάσμα ανάμεσα σε εκείνον και το έργο τέχνης, που ίσως υπάρχουν ακόμη και σήμερα;

Η μοντέρνα τέχνη είναι πια η ίδια μια ακαδημία. Επί ποινή αποκλεισμού από τα μουσεία της, απαγορεύει την απόκλιση από την κυρίαρχη αντίληψη της διεθνούς αγοράς των μητροπολιτικών κέντρων διάχυσης του πολιτισμού. Η απελευθέρωση του καλλιτέχνη από τις δεσμεύσεις τον απάλλαξε επίσης από το ευρύ κοινό κι έτσι βασιλεύει ακοινώνητος στον άβατο κόσμο του, ανάμεσα σε κάποιους ειδικούς ερμηνευτές και σε αλειτούργητους θεατές που κατακλύζουν τους ναούς της τέχνης εκλιπαρώντας σεβάσμια για μεσολάβηση και σχολιασμό. Συνήθως για να ονομάσουν το τίποτα, κάτι.

Ε.Ζ. Ποια ανάγκη σας ώθησε να κάνετε έργα για “τα στοιχειώδη” στη ζωή μας;

Το αδιέξοδο που βλέπω στην αντίληψη της αέναης προόδου και της απαίτησης για παθητική κατανάλωση δικαιωμάτων και αγορασμένων αγαθών. Η ύβρις που μας κρύβει τη θέα, η ηθική κατάπτωση και το νοηματικό κενό που μας καταπνίγει μέσα στην αφθονία των περιττών του τεχνικού μας πολιτισμού και την νομιζόμενη αυτάρκεια της ιδιώτευσης.