Μια έκθεση που μπορείς να την κρατήσεις στην παλάμη σου, σαν πουλί ή σα μια χούφτα από πηλό ή μια μπάλα από τρίχες κάποιου ζώου: μυρίζει γη…
Navine G. Dossos
Ήταν μια ανάσα ζωής μέσα στο καλοκαίρι που πέρασε η έκθεση «Μήτρα, Mater, Matter» της Θεοδώρας Χωραφά στο Λαογραφικό Μουσείο Αίγινας. Μια έκθεση πρωτόγνωρα ζωντανή, αληθινή, γειωμένη, αυθεντική, βιωματική και για όλα τούτα βαθιά συγκινητική. Μια έκθεση κατάθεση ψυχής από την καταξιωμένη κεραμίστρια και ένα δώρο στον τόπο που ζει και εργάζεται τα τελευταία χρόνια. Μια έκθεση που σε καλούσε να αφουγκραστείς, να δεις, να νιώσεις, να γευτείς, να αγγίξεις τον πλούτο της γης και της ζωής και να αναζητήσεις, να επιστρέψεις στην ουσία των πραγμάτων, λειτουργώντας καθαρτικά, λυτρωτικά.
Η Θεοδώρα Χωραφά μας μίλησε για την έκθεση Μήτρα, Mater, Matter, το έργο και τη ζωή της στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Τι είναι η κεραμική για εσάς;
Δύσκολο να πω επειδή είναι μια ιστορία ζωής. Από μικρή ασχολήθηκα με αυτήν. Ποτέ δε μου άρεσε το σχολείο, οπότε είχα διεξόδους το απόγευμα. Πάντα καταπιανόμουνα και έφτιαχνα πράγματα με τα χέρια μου. Γενικά θυμάμαι και στο σχολείο, για να καταλάβω μία εξίσωση φυσικής αντί να το κάνω με αριθμούς θα προσπαθούσα να το φτιάξω, έκανα κατασκευές για να καταλάβω. Σε ηλικία 14 ετών περίπου πήγα σε ένα εργαστήρι κεραμικής και μου άρεσε πολύ. Αυτό ήταν ένα από τα υλικά με τα οποία καταπιανόμουν.
Τον πηλό τον χρησιμοποιώ για να δώσω μορφή στα πράγματα και να κατανοήσω καλύτερα τον κόσμο μου. Ο πηλός είναι η πιο ουσιώδης ύλη, αποτυπώνεσαι μέσα, εισχωρείς σε αυτό που του κάνεις – είναι το αντίθετο από ένα σκληρό υλικό όπως η πέτρα, το μέταλλο, που πας ενάντια. Με τον πηλό αισθάνομαι ότι είναι μια προέκταση του δικού μου σώματος και τον νιώθω σαν σάρκα μου όταν τον δουλεύω. Είναι σαν τη σάρκα της γης.
Από τα 17 μου είμαι βουτηγμένη στην κεραμική. Έχει γίνει το υλικό μου. Δεν είναι ότι δε δουλεύω με άλλα υλικά, με ενδιαφέρει και το ξύλο και το χαρτί και έχω μπλέξει και άλλα υλικά με τον πηλό, αλλά το βασικό υλικά είναι αυτό. Το αγαπώ βαθιά.
Αυτή η πρώτη ύλη από πού προέρχεται;
Δυστυχώς παρόλο που θέλω να δουλεύω με τα υλικά που έχω γύρω μου, σε αυτή την έκθεση το μόνο υλικό που δεν είναι από εδώ, που το αγόρασα, είναι ο πηλός. Τα κόκαλα, τα ξύλα ό,τι βλέπετε είναι από εδώ. Ο πηλός που υπάρχει στην Αίγινα, παρόλο που προσπάθησα πολύ να τον δουλέψω, να τον καλυτερέψω και ενώ είναι εντάξει για τον τροχό δε δέχεται άλλα υλικά, γυαλιά, μπαντανάδες, επιχρύσεις και όταν τον δουλεύεις με το χέρι – γιατί με το χέρι δουλεύω, χτίζω λωρίδες – σε δυσκολεύει πολύ, στραβώνει, δεν κολλάει… Είναι δύσκολος ο πηλός της Αίγινας για αυτό που κάνω.
Έχω δοκιμάσει κατά καιρούς και με έναν άλλο πηλό – όχι τον γνωστό, την πασπάρα που δουλεύανε για τα παραδοσιακά κανάτια. Βρήκα στο βουνό, σε ένα οροπέδιο, στο Μπουρδέχτι, μαύρο πηλό, που γίνεται κόκκιννος όταν τον ψήνεις. Δοκίμασα και με αυτόν μα ήταν επίσης πάρα πολύ δύσκολος. Ενώ είναι τρομερά εύπλαστος και δουλεύεται εύκολα, όταν στεγνώνει σκάει από όλες τις μεριές. Έκανα αρκετά πειράματα αλλά είναι αρκετά περιορισμένο αυτό που μπορείς να κάνεις.
Ο τίτλος της έκθεσης – τρεις λέξεις – Μήτρα, Mater, Matter. Μιλήστε μας για αυτόν.
Η Μήτρα είναι η προσπάθεια να μεταφράσω το «Mater, Matter». Είναι η «Μητέρα Ύλη» ουσιαστικά και εδώ υπάρχει ένα λογοπαίγνιο που θα χανόταν στη μετάφραση.
Η Μήτρα μου ταιριάζει. Όταν μπαίνεις στην αίθουσα της έκθεσης που είναι σκοτεινή, που μυρίζει γη, που αναπνέει και η αναπνοή της γεμίζει τον χώρο, είναι σαν να μπαίνεις σε μια μήτρα. Και τα γλυπτά παραπέμπουν σε αυτό – ήρθε μία μαία στην έκθεση και μου είπε πως τα έβλεπε όλα τα έργα σαν μήτρες, σαν εμβρυακά… Οπότε είναι εύστοχη η επιλογή της λέξης Μήτρα.
Όσον αφορά στην επιλογή των λέξεων «Mater, Matter» έγινε φυσικά για εμένα γιατί μου είναι πιο εύκολο να σκέφτομαι στα λατινικά και στα αγγλικά και Mater είναι η Μητέρα στα Λατινικά και Matter είναι η Ύλη στα αγγλικά. Επιπλέον η όλη μου η εμπειρία ζωής θα μπορούσε να περιγραφεί σαν μια προσπάθεια να αγκαλιάσω την πραγματικότητα με όλες τις αισθήσεις μου. Να λάβω την πληροφορία άμεσα, όπως τη λαμβάνει ένα ζώο, δίχως να φιλτράρεται από τη διεργασία του νου, που μπερδεύει τα πράγματα. Αυτή ήταν η ανάγκη μου και αυτό ήθελα να δώσω στο κοινό, αυτή την αίσθηση του να λάβουν την πληροφορία άμεση, ζωτική, δυνατή και στη συνέχεια να γίνει η διεργασία του νου. Σε πολλούς επισκέπτες που πρώτα αναζητούσαν το κείμενο της έκθεσης έλεγα «πρώτα νιώστε και μετά διαβάστε».
Στην καρδιά της έκθεσης βρίσκεται μια φωτογραφία με εσάς να αγκαλιάζετε ένα έργο σας. Μία εγκατάσταση που μοιάζει με βωμό. Μίλησέ μας για αυτό.
Πρόκειται για μια προσωπική επιλογή. Αυτό το έργο έχει μια ιστορία, μια περιπέτεια. Είναι το πρώτο έργο που έκανα με κόκαλο, τότε στο βαθύ lock down, όπου είχα πάρει την απόφαση αντί να βλέπω γύρω μου την έλλειψη να δω τον πλούτο και όσο πιο πολύ κοίταζα γύρω μου, τόσο πιο πολύ έβλεπα τον πλούτο πηγαίνοντας στη φύση – η προϋπόθεση βέβαια είναι να ζεις στη φύση, να βγαίνεις και να πατάς γη, να βρίσκεσαι στην παραλία και να αναζητάς τη ζωή που υπάρχει εκεί, που ζει, που πεθαίνει, που μεταφορφώνεται. Και όσο πιο πολύ έβλεπα τόσο πιο πολύ έβρισκα και τόσο πιο πλούσιος γινόταν ο κόσμος μου.
Έτσι άρχισα να καταπιάνομαι και με ξύλα που τα έφερνε η θάλασσα, που είχαν τη δική τους ιστορία και εγώ επινοούσα μια συνέχεια. Έφτιαχνα σώματα κεραμικά ξεκινώντας από αυτά τα υλικά ή έβαζα ένθετα φυσικά, οργανικά υλικά, για παράδειγμα φτερά, τρίχες ζώων, κερί μέλισσας το οποίο είναι ένα υπέροχο υλικό γιατί μοσχοβολάει και δεν χαλάει ποτέ.
Το κόκαλο αυτό λοιπόν το είχα βρει τότε στην παραλία, ένα κόκαλο λεκάνης ζώου, τόσο όμορφο γλυπτικά, ασπρισμένο από τη θάλασσα και τον ήλιο. Το είχα μεταφέρει στο εργαστήριο και ήταν εκεί μαζί με τα άλλα υλικά, τις τρίχες, τα ξύλα… Το πήρα λοιπόν και άρχισα να χτίζω κάτι από αυτό το κόκαλο. Ήταν μια δυνατή εμπειρία. Το είχα χώσει μέσα στην άμμο, έχτιζα και καθώς αποκτούσε όγκο η έγνοια μου ήταν να του δώσω κίνηση, να του δώσω ζωή. Το μέλημά μου ήταν αυτή τη φόρμα που γεννιόταν να έχει την κίνηση που μου έλεγε η στιγμή καθώς προσπαθούσα να την αφουγκραστώ με προσοχή και αφοσίωση. Παράλληλα ήταν και ένα παιχνίδι βαρύτητας, επειδή το γλυπτό έγερνε πότε από τη μία και πότε από την άλλη ή κινδύνευε να πέσει και επειδή ήταν μαλακό να γκρεμιστεί – μάλιστα μου συνέβη μερικές και μου άρεσε αυτό το ατύχημα.! Ήμουν εγώ και αυτό, βυθισμένη μέσα σε αυτό, δίχως να γνωρίζω από πριν την τελική μορφή του, δίχως να παίρνω κάθε φορά απόσταση για να το δω, να το κρίνω. Όταν ολοκληρώθηκε αποφάσισα να το ψήσω, σε ρακού – είναι μια διαδικασία αρκετά δύσκολη για μεγάλα κομμάτια επειδή όταν φτάνει το καμίνι στους 900 – 1.000 βαθμούς και γίνεται τελείως κόκκινο, διάφανο σχεδόν το κομμάτι, πυρακτωμένο, το βγάζεις από το καμίνι και το βάζεις σε ένα βαρέλι με πριονίδια για να πάρει τα εφέ του καπνίσματος. Επειδή ήταν μεγάλο και βαρύ όμως και δεν μπορούσα να το βγάλω με τσιμπήδες, έπρεπε να το βγάλω έχοντάς το πιο κοντά στο σώμα μου. Με κίνδυνο να καώ προσπάθησα και το μετέφερα με γρήγορες κινήσεις για να προλάβει να καπνιστεί σωστά. Το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που ήθελα. Όμως είχα πεισμώσει. Το έψησα λοιπόν πάλι και το κάπνισμα βγήκε ωραίο. Καθώς ήταν όμως ταλαιπωρημένο άρχισε να ανοίγει από όλες τις μεριές. Το άφησα λοιπόν στην άκρη. Κάθε φορά που περνούσα και το έβλεπα σκεφτόμουν ότι κάτι μου λέει αυτό το κομμάτι πολύ σημαντικό, δεν μπορώ να το ξεχάσω, να το παρατήσω. Οπότε πήρα κερί μέλισσας και άρχισα ευλαβικά να το μπαλώνω, να βάζω μέσα στις ρωγμές του πολύ επιμελώς σαν να ήμουν χειρουργός ώρες πολλές και ξαφνικά απέκτησε μέσα από τη διαδιασία αυτή τις φλέβες που έχει και που το κάνουν ακόμα πιο ζωντανό. Το γλυπτό αυτό θα πήγαινε σε μία έκθεση στην αρχαία Ολυμπία και του έφτιαξα ένα κουτί για να το χωράει ακριβώς για τη μεταφορά του. Την ώρα που πήγα να το βάλω στο κουτί το είδα ως κούνια και ως φέρετρο – με παρέπεμπε και στα δύο εξίσου έντονα. Αισθάνθηκα ότι ένωσα με αυτό το γλυπτό τη ζωή και τον θάνατο σαν ένα, δεν μπορούσα να τα ξεχωρίσω. Από το κόκαλο γεννιόταν το γλυπτό, που παρέπεμπε σε μία εμβρυακή μορφή, που με τη σειρά της επέστρεφε στο κόκαλο… Συγχρόνως είχε το μέγεθος του παιδιού και μου γεννήθηκε η ανάγκη να το πάρω αγκαλιά, να το φροντίσω, να του δώσω θαλπωρή. Αβίαστα ένιωσα ότι ήθελα να κρατήσω τη στιγμή που το πήρα στην αγκαλιά μου – ο σύζυγός μου είναι φωτογράφος και με βοήθησε σε αυτό.
Ήθελα να αποτυπωθεί σε αυτή τη φωτογραφία ότι είσαι γυμνός όπως σε γέννησε η γη, ότι υπάρχει το στήθος που θρέφει, ότι υπάρχει η μάνα που φροντίζει και αυτό το ον που είναι και πονεμένο. Πολλές φορές μου αρέσει να προβάλλω… προβάλλω τον πολιτισμό μας που είναι πληγωμένος, σε ένα τέλμα, σε μία διάλυση… Αυτό το κόκαλο που είναι ένα λείψανο και από αυτό βγαίνει ένα καινούριο ον, ακόμα εμβρυακό, που δεν έχει πάρει σχήμα, που θέλει θαλπωρή και φροντίδα για να σχηματοποιηθεί και να πάρει μορφή. Όπως καταλαβαίνεις έχω μια σχέση ιδιαίτερη με αυτό το έργο, είναι για εμένα εμβληματικό. Υπήρχε αυτή η φωτογραφία και ταίριαξε να μπει κεντρικά. Βλέποντας αυτή τη φωτογραφία με παραπέμπει στη Μαντόνα, στην Παναγία Τροφό που κρατάει τον Χριστό και το βρίσκω ενδιαφέρον αυτό το ανοίκειο αίσθημα, του να νιώθεις ότι κάνει είναι οικείο αλλά και όχι. Ζούμε και σε μια εποχή που όσα ξέραμε ανατρέπονται… Όλα αυτά είναι για εμένα πολύ προκλητικά, πολύ ενδιαφέροντα και όταν δουλεύω τα έχω όλα αυτά μέσα μου. Όταν χτίζω αυτά τα έργα είναι στιγμές που βλέπω ένα προφίλ από δέντρο, ένα κομμάτι από σώμα ανθρώπου, κάτι ορυκτό, κάτι ζωικό και όλα αυτά θέλω να συνυπάρχουν και να δημιουργούν την αίσθηση ότι είμαστε ένα. Θέλω να ξαναγυρίζω στο σημείο όπου είμαστε ένα και προσπαθούμε να αφουγκραστούμε το άλλο, που δεν είναι σαν εμάς, που συνήθως το διώχνουμε επειδή δεν το αναγνωρίζουμε και μας ενοχλεί στην ταυτότητά μας, μας απειλεί.
Μπαίνοντας στην έκθεση ο επισκέπτης βλέπει το έργο – βωμό για το οποίο μιλήσαμε ήδη, τους κλειστούς χώρους και τα τρία γλυπτά στις ξύλινες βάσεις που δίνουν την αίσθηση συνομιλούν άμεσα με το κεντικό έργο στον βωμό.
Όσον αφορά στα τρία γλυπτά, αυτά προέρχονται από μια σειρά έργων με κόκαλα που έγιναν μετά το αρχικό. Ήταν ένα παιχνίδι ανάμεσα στην αντίθεση του τραγικού που έχει το κόκαλο και του παιχνιδιάρικου, του χρωματιστού, του διακοσμημένου που έχει το σώμα. Στα τρία γλυπτά της έκθεσης φεύγω από το παιχνιδιάρικο και επιστρέφω σε κάτι πιο ουσιαστικό, πιο εμβρυακό. Όλα αναφέρονται στο αρχικό γλυπτό. Η διαφορά τους με αυτό, η καινοτομία που υπάρχει είναι ότι σε αυτά το κόκαλο δεν εξέχει, είναι ένθετο – πολλοί δεν το βλέπουν καν.
Είναι αλήθεια ότι ήθελα να δημιουργήσω αυτές τις κρύπτες, που να έχουν ένα μικρό πέρασμα και περιορισμένο χώρο ώστε να μην μπορούν να μπουν πολλοί.
Η πρώτη έχει υλικά. Μένω σε ένα μεγάλο κτήμα που είναι γεμάτο υλικά, σαλιγκάρια, φύλλα, υλικά από τα ζώα μου – ό,τι βρίσκω, που είναι απομεινάρι μιας ζωής, το συλλέγω. Ακόμα και ανόργανα υλικά, ακόμα και η πέτρα έχει μια πολύ αργή ζωή. Μέσα σε όλα αυτά τα υλικά βλέπω τη συνέχεια της ζωής, όχι τον θάνατο. Βλέπω πως όταν κάτι αποσυντίθεται μέσα στη γη γίνεται το κομπόστ, είναι Η ΖΩΗ που σφίζει μέσα στη γη, που επιτρέπει στο καινούριο να γεννηθεί. Είναι ο τρόπος μου να βλέπω ζωή και στο πεθαμένο.
Στην άλλη κρύπτη ήθελα να έχω γη, να μυρίζει γη ο χώρος – με αυτό δουλεύω άλλωστε. Η άργιλος είναι μια μορφή γης. Αυτό είναι το στοιχείο μου και εκεί θέλω να επιστρέφουμε, να βυθιζόμαστε, να ξαναβγαίνουμε από αυτό καινούριοι, απαλλαγμένοι από υπερβολικές πληροφορίες… Η πλειοψηφία των ανθρώπων ζει σε μεγάλες πόλεις, έχουν χάσει την επαφή με τη γη, τη φύση. Γιαυτό και ήθελα πολύ να μιλήσω στις αισθήσεις με αυτή την έκθεση. Γιαυτό υπάρχουν, πολύ διακριτικά, στην πρώτη κρύπτη τα hints των αισθήσεων, σαν τάματα. Και όλα τα υλικά μπορείς να τα πιάσεις και να ακούσεις τον ήχο τους, να τα μυρίσεις, να τα γευτείς…
Η έκθεση έχει μια πολύ ιδιαίτερη σκηνογραφία. Από την αρχή ο επισκέπτης εμβυθίζεται σε ένα περιβάλλον πολυαισθητηριακό. Πόσο σημαντικό είναι για τη δουλειά σας το να εκτίθεται σε ένα τέτοιο περιβάλλον;
Είναι πολύ σημαντικό. Αυτός είναι ο τρόπος να περάσω στον επισκέπτη αυτό που θέλω, όχι γράφοντάς το αλλά δίνοντάς του το να το γευτεί.
Ήθελα να υπάρχει συσκότιση και χαμηλός φωτισμός. Μπαίνοντας να νιώθεις ότι βρίσκεσαι σε έναν άλλο κόσμο, διαφορετικό από αυτόν που είναι έξω. Και αυτό που χαίρομαι πολύ είναι το ότι με το που μπαίνουν οι άνθρωποι σωπαίνουν ή χαμηλώνουν τον τόνο της φωνής τους και αφουγκράζονται περισσότερο. Και εκεί έρχεται ο ήχος της αναπνοής καθώς όλα όσα υπάρχουν εκεί αναπνέουν. Όλα αναπνέουν. Στην έκθεση αυτή είναι σαν να έχω φέρει τη γη στον χώρο αυτό, έχω φέρει τη γη και προτρέπω τον κόσμο να βγάλει τα παπούτσια του και να πατήσει το χώμα.
Να μιλήσουμε και για τα γλυπτά που κρυφοκοιτάζουν στο δωμάτιο όπου προβάλλεται η περφόρμανς .
Τα έργα αυτά είναι προάγγελοι των γλυπτών με τα κόκαλα. Μια εποχή άρχισα να αυτοσχεδιάζω, να μην ελέγχω το τελικό αποτέλεσμα. Τα έργα έγιναν για μία έκθεση στην οποία συμμετείχα με την καλλιτεχνική ομάδα ΑΦΗ στη Δανία. Έπρεπε τα έργα να είναι μικρά για χωρέσουν στις βαλίτσες μας. Ήταν λοιπόν σαν ασκήσεις, σαν γκάμες. Άρχισα και έχτιζα και σιγά σιγά βγήκαν αυτά τα πολύ περίεργα όντα, τα οποία δεν ήξερα αν μου αρέσαν ή όχι, αν είναι δικά μου… με ξένιζαν πραγματικά. Είπα όμως «θα σας καλοδεχτώ» και έτσι προέκυψε και ο τίτλος τους «Welcome my strangels”! Και όχι μόνο αυτό, θα σας φροντίσω, θα σας διακοσμήσω… Με αυτά ένιωσα ότι αποστασιωποιήθηκα από αυτό που κάνω, ότι άφησα το εγώ και έγινα δίαυλος. Λόγω και της δυσκολίας στην κατασκευή τους ένιωσα να ανοίγω περισσότερο τις κεραίες μου στο εδώ και τώρα! Δεν μπορούσα να πάρω απόσταση για να δω, προχωρούσα διαισθητικά…
Υπάρχουν κομμάτια που τα απορρίπτετε;
Ναι, υπάρχουν.
Και τι γίνονται αυτά;
Παλιά τα πετούσα. Τώρα αντιλαμβάνομαι ότι θέλει πολύ χρόνο να μάθω να βλέπω. Έτσι κάθονται εκεί στο εργαστήριο… Για παράδειγμα τα γλυπτά που έχω μέσα στο χώμα, στο δωμάτιο με την προβολή, τα είχα κάνει όταν επέστρεψα μετά από μία περφόρμανς στην οποία είχα λάβει μέρος μετά από πρόσκληση της χορογράφου/χορεύτριας Βιτόριας Κωτσάλου. Δουλέψαμε ένα μήνα, δέκα άτομα από διαφορετικούς χώρους, με είκοσι τόνους πηλού, μια πολύ δυνατή εμπειρία και εξαντλητική σωματικά. Τα έργα λοιπόν αυτά προέκυψαν όταν επέστρεψα στο εργαστήριό μου, με την παιχνιδιάρικη διάθεση ενός παιδιού. Και αυτό ακριβώς μεταφέρουν στην έκθεση τα Strangels, πως ναι, υπάρχει μια τραγικότητα στο φαινόμενο της ζωής αλλά υπάρχει και το χιούμορ, που δειλά δειλά μπήκε στη δουλειά μου.
Δεν υπήρχε παλαιότερα στη δουλειά σας…
Όχι, δεν υπήρχε. Ήμουν πάντα πολύ σοβαρή αλλά και στη ζωή μου τα παίρνω όλα στα σοβαρά. Όμως θα ήθελα πριν πεθάνω να γίνω λίγο πιο σοφή και νομίζω ότι για να είσαι σοφός πρέπει να έχεις και χιούμορ.
Τι νιώθετε πως κερδίσατε από αυτή την έκθεση;
Για εμένα ήταν μεγάλη πρόκληση – πολύ σπάνια κάνω ατομικές εκθέσεις. Έβαλα όλη μου την ενέργεια, ξεπέρασα τις δυνάμεις μου. Όταν την είδα στημένη ένιωσα δέος. Αυτό που έβλεπα με ξεπερνούσε, ήταν κάτι παραπάνω από εμένα. Αισθάνθηκα ότι όλα έγιναν στη σωστή στιγμή. Ήταν ένα μικρό θαύμα! Με αγκαλιάσαν και με βοήθησαν πολλοί άνθρωποι. Από τη στιγμή που μου προτάθηκε από τη Μαριλένα Γιαννούλη να κάνω αυτή την ατομική ένιωθα όλο και περισσότερο τη χαρά και την πρόκληση να δείξω αυτό το έργο στον τόπο που γεννήθηκε, στους φίλους, στους γνωστούς, στην κοινότητά μου. Ήταν το πιο μεγάλο δώρο αυτή η έκθεση!
Επίσης, επειδή πέρασα πολλές ώρες στην έκθεση, το να βλέπω τη βαθιά συγκίνηση του κόσμου ήταν κάτι που με έκανε να κλάψω και να αντιληφθώ ότι αυτό είναι η πλήρης ολοκλήρωση ενός καλλιτέχνη. Δηλαδή κάνεις κάτι, το βγάζεις προς τα έξω και αν δεν υπάρχουν μάτια να το δουν βρίσκεται σε αναμονή για να ολοκληρωθεί.
Ο τόπος που έχετε επιλέξει να ζείτε και να εργάζεστε είναι η Αίγινα. Ας κλείσουμε με αυτό…
Από μικρή, επειδή ο πατέρα μου ήταν διπλωματικός, μεγάλωσα και ζούσα σε πρωτεύουσες. Όμως πάντα η ανάγκη μου ήταν να βγαίνω από το σπίτι μου και να πατάω τη γη. Και ποτέ δεν το είχα αυτό. Το 84’ που επέστρεψα από την Ελβετία στην Αθήνα έψαξα να βρω ένα σπίτι που να έχει αυλή με γη. Όταν έκανα οικογένεια δεν ήθελα να μεγαλώσουν τα παιδία μου στην πόλη. Έχουμε ένα κτήμα οικογενειακό στην Αίγινα, ήρθαμε να ζήσουμε εδώ και νιώθω ότι έχω ριζώσει. Είμαι 34 χρόνια εδώ και είμαι πολύ ευγνώμων για αυτόν τον τόπο. Αισθάνομαι ότι είμαι κομμάτι του. Έχει μια κοινότητα εκπληκτική, είναι η φύση, είναι οι άνθρωποι… Έχει μια βιοποικοιλότητα μοναδική, ζωντανή!
Μήτρα, Mater, Matter
Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Δήμου Αίγινας
10 – 27 Αυγούστου 2023