Ex_posure

Interviews

Ex_pose: Αλεξάνδρα Πετρανάκη, Όχι Τώρα Μαρσέλ, τότε, εκεί, εγώ μια άλλη

Ex_pose: Άντα Πετρανάκη, Συνέντευξη

ΑΣΚΤ, 10 -12 Ιουνίου 2015

To Όχι τώρα Μαρσέλ, τότε, εκεί, εγώ μια άλλη είναι ο τίτλος της πτυχιακής εργασίας της Αλεξάνδρας Πετρανάκη που παρουσιάζεται από 10 έως και 12 Ιουνίου 2015 στον εκθεσιακό χώρο Νίκος Κεσσανλής της Α.Σ.Κ.Τ. στα πλαίσια της έκθεσης των πτυχιακών εργασιών των τελειόφοιτων της σχολής.

Πρόκειται για μια βίντεο-εγκατάσταση μεγάλων διαστάσεων (17x7x9m) με σαφείς αναφορές στο magnum opus του Μαρσέλ Προυστ, Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο.

 Ένα μεταλλικό οικοδόμημα, μια σκαλωσιά ορίζει κυριολεκτικά και μεταφορικά τις χωροχρονικές διαστάσεις του έργου και εγκλωβίζει-αγκαλιάζει τον επισκέπτη.

Η πορεία μέσα σε αυτήν είναι αριστοτεχνικά προσχεδιασμένη ώστε να μεταφέρει σταδιακά τον θεατή σε σημεία-σταθμούς μιας εξομολογητικής αφήγησης δίνοντάς του ταυτόχρονα το έναυσμα μα και το χωροχρονικό πλαίσιο για μία προσωπική εσωτερική αναζήτηση και περιπλάνηση σε ενδόμυχους τόπους.

Η επιστροφή στο οδυνηρό παρελθόν είναι μονόδρομος προς το μέλλον.

Η πορεία προς την έξοδο δε θα μπορούσε παρά να είναι καθαρτήρια και λυτρωτική γιατί έχει κερδηθεί βήμα το βήμα, πληγή την πληγή.

Έχοντας κάνει τη διαδρομή μέσα στο Όχι τώρα Μαρσέλ, τότε, εκεί, εγώ μια άλλη της Αλεξάνδρας Πετρανάκη και φτάνοντας προς την έξοδο η αίσθηση που είχες γίνεται πια βεβαιότητα, πως δεν πρόκειται μόνο για μία αναφορά σε ένα magnum opus αλλά για ένα magnum opus.

Η Αλεξάνδρα Πετρανάκη μίλησε για το έργο της στην Ελένη Ζυμαράκη Τζώρτζη.

Ε.Ζ. Οι αναφορές σου στον Προυστ είναι πολύ ισχυρές – είναι το Όχι τώρα Μαρσέλ, τότε, εκεί, εγώ μια άλλη ένας φόρος τιμής στον συγγραφέα του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο; αν ναι, από πού πηγάζει αυτή σου η ανάγκη;

 Προχωρώντας την ανάγνωση του Αναζητώντας το χαμένο χρόνο, ταυτίστηκα με χαρακτήρες και συμπεριφορές που αναλύονται στο κείμενο και αυτό έγινε αφορμή «διαλόγου» με τον Προυστ.

Ο φόρος τιμής, ακούγεται «μνημειακά» για έναν τόσο καλό φίλο όπως ο Μαρσέλ. Παρά ταύτα, χωρίς αυτό να αποτελεί την αρχική πρόθεση του βιωματικού μου έργου, τιμώ τον υπέροχο άνθρωπο και την διαχρονική γραφή του που με ευστοχία και βαθιά αναζήτηση δίνει αφορμές στον αναγνώστη να πιάσει κι αυτός από κάπου το νήμα του παρελθόντος χρόνου και να ψυχαναλυθεί.

Βαθιά ανθρώπινος, ώστε να χωρέσει λάθη, αποκλίσεις, ταπείνωση, πάθη, σου δίνει το θάρρος της εξομολόγησης των ανομολόγητων.

Ε.Ζ. Μια σκαλωσιά μεγάλων διαστάσεων κυριαρχεί στο χώρο. Τι ιδιαίτερο νόημα αποκτούν ο πρόσκαιρος ‘εγκλωβισμός’, η πορεία, το πέρασμα αλλά και η έξοδος από αυτό το ‘διάτρητο μεταλλικό οικοδόμημα’;

 Μια σκαλωσιά μεγάλων διαστάσεων, με την πρώτη ματιά, χαιρετίζει ένα αντίστοιχα μεγάλο και σε μέγεθος λογοτεχνικό έργο. Το μέταλλο σηματοδοτεί την εποχή του Προύστ (1871- 1922) με τις μεγάλες μεταλλικές κατασκευές σε σταθμούς, γέφυρες, πύργους (Άιφελ-1889) κλπ.

Βέβαια, η σκαλωσιά δεν θα μπορούσε παρά να είναι κυρίαρχη στην προσπάθειά μου να αποδώσω το πάντρεμα του χώρου με τον χρόνο.

Ο Προυστ καταδεικνύει την έλευση του χρόνου μέσα από τόπους. Η πορεία του θεατή μέσα στα επαναλαμβανόμενα κιγκλιδώματα δημιουργεί την αίσθηση της περιοδικότητας του χρόνου που περνά καθώς προχωράς στο χώρο.

Αυτός ο χωροχρόνος βέβαια αλληγορικά καταδεικνύει εμένα, ή πιο σωστά ένα κομμάτι της ζωής μου στο οποίο ανοίγω δρόμο να εισχωρήσει ο θεατής.

Η σκαλωσιά μου φάνηκε ιδανική επιλογή γιατί ενώ αποδίδει την φυλακή των ορίων μας και μιας συχνά άγονης υπόσχεσης ευτυχίας, από την άλλη με τον πορώδη/ διάτρητο χαρακτήρα της αποφεύγει την απομόνωση και επιτρέπει την επαφή με τους άλλους.

Κατά αυτή την έννοια ο θεατής περνά, μεταφορικά, από μια διαδρομή που οι δυνατές εμπειρίες μας μπορεί να οδηγήσουν στην συνθλιβή του παλιού μας εαυτού και ταυτόχρονα στην αναγέννηση του με μια αθροιστική αξίωση γνώσης έτσι ώστε η έξοδος, μέσα από το έργο, να αποτελεί συνάμα αφετηρία μιας νέας, άλλης ζωής.

Ε.Ζ. Επτά καρέκλες κρέμμονται με τσιγκέλια σε διαφορετικά ύψη της σκαλωσιάς, επτά κομβικά συμβάντα από το δικό σου παρελθόν ξετυλίγονται μέσα στον καθρέφτη – επτά και τα βιβλία του Προύστ, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεις.

Γιατί επιλέγεις καρέκλες και γιατί αυτόν τον αριθμό;

 «Πατώντας» την αφήγησή μου σε δεδομένα συμβάντα που δίνουν χαρακτήρα σε μια περίοδο της ζωής μου, αναπόδραστα επιλέγω επτά κομβικές σκηνές στο βίντεό μου.

Πράγματι η αλληγορία των επτά τσιγκελιών/κακών που ίπτανται πάνω από το θεατή κατά την διάρκεια όλης της πορείας του, καθώς και επτά βιβλία κατάφορτα με την λέξη οδύνη αποτελούν «σημεία». Θα μπορούσε ενδεχομένως να «χωρέσει» ένας μυστικιστικός υπαινιγμός σ’ αυτή μου την αναφορά.

Από τα τσιγκέλια κρέμονται άδειες καρέκλες, που υπογραμμίζουν την απουσία αλλά και την πληγή. Το γεγονός ότι κρέμονται σε διάφορα ύψη της σκαλωσιάς δηλώνει ότι στον πόνο το ανθρώπινο στοιχείο υπερτερεί και απαλείφει ταξικές διακρίσεις, πράγμα που συχνά επισημαίνει ο Προυστ.

E.Z. Το δικό σου παρελθόν προβάλλεται στο παρόν μέσα από έναν καθρέφτη στον οποίο ο θεατής αναπόφευκτα αντικρίζει και τον εαυτό του.

Η συναισθηματική εμπλοκή ή και ταύτιση του θεατή είναι κάτι που σε απασχολεί, που επιδιώκεις;

Μίλησέ μας για την επιλογή και τη λειτουργία του καθρέφτη ως οθόνη προβολής του παρελθόντος στο παρόν.

 Η επιλογή να προβάλλεται το παρελθόν μου στο παρόν μέσα από έναν καθρέφτη, δεδομένου ότι πρωτίστως με απασχολεί η συναισθηματική εμπλοκή του θεατή και ο αναστοχασμός του, είναι καταλυτική.

Ο καθρέφτης μας βάζει ενώπιος ενοπίω προκαλώντας την αυτοκριτική.

Βέβαια στον συγκεκριμένο καθρέφτη ο θεατής θα βλέπει τον εαυτό του

«καρφιτσωμένο» στην σκαλωσιά του χρόνου, προτροπή ενδεχομένως για μια αναζήτηση στο δικό του πεδίο αναμνήσεων.

Ε.Ζ. Μία ακόμη έντονη αναφορά σου στον Προυστ είναι η πρώτη σκηνή της ταινίας που προβάλλεται στον καθρέφτη: η μαντλέν και το φλυτζάνι με το τσάι.

Υπάρχουν αναφορές στο Όχι τώρα Μαρσέλ, τότε, εκεί, εγώ μια άλλη στις δικές σου ‘μαντλέν’ ή στις αθέλητες μνήμες που έτυχε να αναδυθούν μέσω αυτών;

 Η αθέλητη μνήμη που ξεπηδά από ένα τυχαίο ερέθισμα, είναι κατά τον Προυστ η μόνη ατόφια εικόνα από το παρελθόν μας. Μια μυρωδιά, μια γεύση, ένα άγγιγμα…μπορεί χωρίς εμείς να το θέλουμε να μας φέρει μπροστά μας μια εικόνα και να ζωντανέψει στη μνήμη μας, στιγμιαία, ακριβώς το παρελθόν χωρίς καμία δική μας παρέμβαση.

Διαφορετικά όλες οι άλλες προσπάθειες να προσεγγίσουμε το παρελθόν μας είναι στο μεγαλύτερο μέρος τους υποκειμενικές κατασκευές.

Πράγματι επιλέγω να ξεκινά το βίντεο με την αναφορά στο περιστατικό με την μαντλέν και πιάνοντας το νήμα, όπως ο Προυστ, από μια εικόνα που ίσως κάποτε αξιωθώ να ξαναδώ μέσω της αθέλητης μνήμης, ξετυλίγω συμβάντα της ζωής μου, ψυχαναλύοντας με, και ανασύρω πάντα την εικόνα ενός γυναικείου χεριού. Ενός χεριού που με χάιδεψε όταν ήμουν παιδί. Ενός χεριού που αργότερα πενθεί, ενός άλλου χεριού με τρυφερή, αισθησιακή διάσταση, ενός χεριού που διώχνει, ενός χεριού που εκλιπαρεί, ενός χεριού που καταγράφει την απώλεια, και τέλος ενός χεριού που ξαναπιάνει το τιμόνι της ζωής.

Το τραύμα, το επαναλαμβανόμενο τραύμα που οδηγεί στην αποκάλυψη της «διαφορετικότητας».

Ε.Ζ. Η μέθεξη ενισχύεται από το ημίφως που κυριαρχεί καθώς και από το ηχητικό κομμάτι της εγκατάστασης.  

Ποιο ιδιαίτερο βάρος φέρει το φως ή η έλλειψή του αλλά και ο ήχος στο έργο;

Η φωνή μου, που απευθύνεται στο Μαρσέλ, δίνει το στοιχείο της ατομικότητας ενώ οι απόκοσμοι, υπερβατικοί ήχοι που ακούγονται, δίνουν την αίσθηση της καθολικότητας και οδηγούν τον θεατή να νιώσει μέρος του όλου. Συνάμα τον εισάγουν, κατά την γνώμη μου, στην σφαίρα της υπαρξιακής αναζήτησης.

Οι επαναλαμβανόμενοι χτύποι του σφυριού που συνακούγονται με το εμμονικό  “όχι τώρα Μαρσέλ. Τότε, εκεί, εγώ μια άλλη” σημαίνουν για μένα μαζί και την σταύρωση, με την έννοια του προσωπικού μαρτυρίου, και συγχρόνως την επιμονή για χτίσιμο ενός σωτήριου οικοδομήματος, μιας σκαλωσιάς, ενός έργου που ταυτίζει την ζωή με την τέχνη.

Όσο για το ημίφως, ήταν το πρώτο που φαντάστηκα όταν σκέφτηκα αυτή την εγκατάσταση. Αγαπώ το ημίφως και το χρησιμοποιώ συχνά στις εγκαταστάσεις μου, γιατί δημιουργεί μια ατμόσφαιρά μυσταγωγίας που με γοητεύει.

Παράλληλα δεν θα μπορούσα να φανταστώ μια εγκατάσταση που έχει αναφορές στον Προυστ να την λούζει το φως. Από μικρός ένιωθε εγκλωβισμό από την μία, αλλά και ασφάλεια που την προτιμούσε, στο οικείο μισοσκόταδο του δωματίου του, απ’ το οποίο μόνη διαφυγή πρόσφεραν οι σκιές του «φανού» του. Και ως μεγάλος βέβαια, από τον θάνατο της μητέρας του και μετά, κλείστηκε στο σπίτι του, κοιμόταν την μέρα και έγραφε την νύχτα στο μισοσκόταδο.

Ε.Ζ. Μετά τον θάνατο και την οδύνη… οι επιλήσμονες εαυτοί – τα οστεοφυλάκια. Εκεί τοποθετείς τον τελευταίο σταθμό του έργου – είναι το σημείο που ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο. Ωστόσο επιδρά με τρόπο καθαρτήριο, λυτρωτικό στην ψυχή του. Σε ποιους επιλήσμονες εαυτούς αναφέρεσαι και με ποιον τρόπο δύνανται οι επιλήσμονες εαυτοί μας να επιφέρουν την κάθαρση;

 Οι απόκοσμοι, υπερβατικοί ήχοι ακούγονται εντονότερα  όσο ο θεατής πλησιάζει προς το οστεοφυλάκιο. Εκεί ενδεχομένως αναλογίζεται τα περί της ύπαρξης και της μόνης βεβαιότητάς της που είναι ο θάνατος.

Όμως το οστεοφυλάκιο φορτίζεται και με τις γραμμένες λέξεις πάνω στα κουτιά “όχι τώρα Μαρσέλ. Τότε, εκεί, εγώ ήμουν άλλη”. Τούτο δίνει στο σημείο αυτό ένα άλλο ειδικό βάρος, καθαρτήριο και λυτρωτικό, μιας και κατά τον Προυστ, γνώμη που ασπάζομαι και ‘γω, γεγονότα οδυνηρά, κομβικά για τη ζωή μας, προκαλούν την απώλεια του μέχρι τότε εαυτού μας, που μετά τη βάσανο αυτή ξαναγεννιέται σοφότερος. Κατά τούτο, στους κύκλους που φέρνει η ζωή μας, αφήνοντας πίσω τους πρότερους  εαυτούς, γινόμαστε πιο έμπειροι, πιο σοφοί, ώστε η πορεία μας προς τον θάνατο να γίνεται όσο γερνούμε λιγότερο οδυνηρή.

Βέβαια η έννοια του τέλους συναντάται στον Προυστ και με το θάνατο των εικόνων του παρελθόντος για πρόσωπα ή τόπους τους οποίους όταν συμβεί να αντικρίσουμε στο σήμερα είναι εντελώς άλλοι από αυτούς που είχαμε κρατήσει μέσα μας και αυτή η “προδοσία” είτε από το γήρας, είτε από τις διαρκείς αλλαγές  της ζωής, μας ματαιώνει.

Ε.Ζ. Μετά τον τελευταίο σταθμό της εγκατάστασης ο θεατής παραμένει ακόμα για λίγο μέσα σε αυτή προχωρώντας προς την έξοδο. Ουσιαστικά του δίνεις έναν εντελώς προσωπικό του χωροχρόνο μέσα στο έργο. Γιατί επέλεξες να το κάνεις αυτό και όχι να τον οδηγήσεις καθευθείαν στην έξοδο;

Πράγματι ήθελα να υπάρξει μια πορεία ήσυχη εντός του έργου, στην οποία ο θεατής, ακόμα ανεπηρέαστος  από εξωγενείς παράγοντες θα έχει την δυνατότητα να αναστοχαστεί.

Η πορεία όμως αυτή έχει και έναν αλληγορικό χαρακτήρα, αυτόν της πορείας ξανά προς την αρχή, την αρχή που κάνεις σαν ένας άλλος “αναστημένος” από τις στάχτες του παλιού εαυτού σου.

Ε.Ζ. Πώς η Τέχνη – από την πλευρά του δημιουργού – βοηθάει να διαχειριστούμε το παρόν μέσω του παρελθόντος;

Συχνά, ιδιαίτερα στα βιωματικά έργα, η τέχνη για τον δημιουργό είναι το μαγικό κλειδί που απασφαλίζει εκούσια ή ακούσια τις πόρτες του παρελθόντος.

Ανοίγουν, μέσω των φανταστικών παραστάσεων που γεννά ο δημιουργός, υπόγειες διαδρομές του ασύνειδου, που είναι διαφορετικές από εκείνες της κανονιστικής λογικής και έτσι βλέπει τα πάντα αλλιώς, φωτίζοντας συχνά κρυμμένες πτυχές του εαυτού και αυτό είναι καθοριστικό για να διαχειριστεί το παρόν επαναπροσδιοριζόμενος.

Το Όχι τώρα Μαρσέλ, τότε, εκεί, εγώ μια άλλη είναι ένα έργο μέσω του οποίου νιώθω ότι έκανα την προσωπική μου συνεδρία με ψυχαναλυτή τον Προύστ. Περνώντας ο καθένας μέσα από αυτό πιστεύω ότι κάνει τη δική του.

Arts and the City / Ex_pose:

http://www.artsandthecity.gr/article/Ex_pose:-Alexandra-Petranaki–Ochi-tora-Marsel–tote–ekei–ego-mia-alli/19368/

 

oxi-tora-marcel
« από 8 »