Biennale Arte, an international event with so many official participating countries, has always been a platform for the exhibition of works by foreigners from all over the world. In this long and rich tradition, the 60th International Art Exhibition of La Biennale di Venezia, will be a celebration of the foreign, the distant, the outsider, the Queer, as well as the Indigenous.
A. Pedrosa
Ξένοι Παντού και η 60η Μπιενάλε Βενετίας ανακηρύσσεται σε μια γιορτή για το ξένο, το απόμακρο, το αουτσάιντερ, το Queer, και το ιθαγενές από τον Βραζιλιάνο επιμελητή της, Adriano Pedrosa.
Η Ελληνική συμμετοχή έχει τον τίτλο Ξηρόμερο/Dryland και πρόκειται για ένα συλλογικό έργο σε σύλληψη των Θανάση Δεληγιάννη και Γιάννη Μιχαλόπουλου, με συνδημιουργούς την Έλια Καλογιάννη, τον Γιώργο Κυβερνήτη, τον Κώστα Χαϊκάλη και τον Φώτη Σαγώνα.
Κεντρικό στοιχείο είναι ένα τμήμα του αγροτικού αρδευτικού εξοπλισμού, βάσει του οποίου συγχρονίζονται σε πραγματικό χρόνο τα περιβάλλοντα ήχου, βίντεο και φωτισμού που συνθέτουν το έργο. Αντλώντας έμπνευση από την εμπειρία των τοπικών πανηγυριών της ηπειρωτικής Ελλάδας, και πιο συγκεκριμένα της Θεσσαλίας αλλά και της ευρύτερης περιοχής του Ξηρόμερου στην Αιτωλοακαρνανία, το έργο διερευνά το βίωμα του πανηγυριού στο χωριό ακολουθώντας μια διαδρομή από την κεντρική πλατεία έως τα περίχωρα.
Επιμελητής του Ξηρόμερου είναι ο χαρισματικός Πάνος Γιαννικόπουλος.
Δύο μήνες και κάτι μετά τα εγκαίνια του ελληνικού περιπτέρου στη Μπιενάλε ο Πάνος Γιαννικόπουλος μιλάει στο Ex_posure.
Foreigners Everywhere είναι ο τίτλος/θεματική που αγκαλιάζει τις εθνικές συμμετοχές στην 60η Διεθνή Έκθεση Τέχνης της Βενετίας. Επιλεγμένος από τον Βραζιλιάνο επιμελητή της Adriano Pedrosa εμπεριέχει και αντηχεί, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος, τη διπλή συνθήκη του να συναντάς παντού και πάντα ξένους αλλά και να νιώθεις παντού και πάντα κατά βάθος ξένος και ο ίδιος.
Ποια συναισθήματα, σκέψεις και συνειρμούς σας προκάλεσε αρχικά το άκουσμα αυτού του τίτλου/θεματικής;
Η αρχική αντίδραση είχε μάλλον το στοιχείο της αμηχανίας. Από ποια θέση μιλάμε γι’ αυτό και για ποιον; Από την προνομιακή θέση της Βενετίας η πρώτη αντίδραση μάλλον ήταν διερώτηση για το πώς να ξεφύγει κανείς από την υποκρισία αυτής της διατύπωσης. Γνωρίζοντας το έργο των Claire Fontaine, που δανείζει τον τίτλο στην έκθεση, η αμηχανία αυτή δεν έγινε πιο εύκολη. Η ιστορική συνθήκη όμως έθεσε τους συμμετέχοντες σε ένα πολύ συγκεκριμένο πολιτικό πλαίσιο. Η πρώτη ψηφιακή συνάντηση των επιμελητών έγινε με τον απόηχο των γεγονότων στην Παλαιστίνη, ενώ η ίδια η Μπιενάλε έλαβε χώρα με αλλαγή της διεύθυνσης και την πολιτική εμπλοκή της ακροδεξιάς κυβέρνησης της Ιταλίας που δεν σταμάτησε να δημιουργεί προβλήματα. Αυτό που στην αρχή έμοιαζε ίσως υποκριτικό στη συνέχεια ένιωθα ότι είναι καίριο ενώ η ίδια η έκθεση παρά τις κριτικές που έλαβε πιστεύω ότι αναπτύχθηκε με συνέπεια και με μεγάλη φροντίδα από τον Adriano Pedrosa.
Σε αυτό το πλαίσιο θέλαμε να ανταποκριθούμε με βάση τις προσωπικές εμπειρίες και βλέποντας τη δημιουργία του «άλλου», του «ξένου» από εμάς τους/τις ίδιους/ιες.
Η ελληνική συμμετοχή στη φετινή Μπιενάλε Βενετίας, με τίτλο Ξηρόμερο/Dryland, ποιες εκδοχές του Foreigners Everywhere διερευνά, θίγει, αναδεικνύει και διαπραγματεύεται αφορμώντας από την ελλληνική πραγματικότα;
Το Ξηρόμερο/Dryland εστιάζει στον «ξένο» εντός. Δεν αναφέρεται σε ένα αποκιοκρατικό πλαίσιο όπως άλλα εθνικά περίπτερα που επιστρέφουν σε αιματηρές σελίδες της ιστορίας τους, με τύψεις αλλά σε ένα σκληρό παρόν με εορταστική ειρωνεία, σε μια κοινωνική συνθήκη που παραβλέπουμε. Ενώ γεωγραφικά κοιτά προς τις περιοχές της Αιτωλοακαρνανίας και της Θεσσαλίας, μη τουριστικές περιοχές, που θεωρείται ότι δεν προσφέρουν «εξαγώγιμα καλλιτεχνικά προϊόντα», σκέφτεται τη σημασία τους για την πολιτισμική παραγωγή, προσπαθεί να απομακρυνθεί από μια αφ’ υψηλού ματιά του κέντρου προς την περιφέρεια και να δώσει χώρο σε αυτό που θεωρείται λιγότερο πολιτισμικά σημαντικό. Με κέντρο το πανηγύρι, την γιορτή της κοινότητας, όπου συγκροτεί και τα όριά της, σκέφτεται τη δυναμική της διασκέδασης, τη λειτουργία της σπατάλης, την έννοια της παράδοσης. Δεν αποτελεί το έργο όμως έναν άκριτο εορτασμό. Όπως και στο ίδιο το πανηγύρι δεν ξεφεύγει κανείς από τη μελαγχολία, την αίσθηση του τέλους, της μη λειτουργίας, του αποκλεισμού. Είναι η βίαιη επιτέλεση των ρόλων για να χωρέσει κανείς, οι δικοί μας και οι ξένοι, οι άλλοι, τα παράλογα όρια της κοινότητας. Η έννοια του ξένου παρουσιάζει διακυμάνσεις και διέπεται από παράλογα κριτήρια. Η αποτυχία επιτέλεσης των ρόλων όμως εδώ, όπως και η αποτυχία συνολικά, δίνει χώρο για να ανοίξει ο χορός, διαταράσσοντας τα έμφυλα όρια, την εθνική πλαισίωση, την υποτιθέμενη «ικανότητα». Ακούμε κάποια στιγμή σε μια ηχογράφηση που γίνεται μέρος του ηχοτοπίου του έργου ότι «αυτή» χορεύει πρώτη σα να είναι «δικιά» μας, βλέπουμε τους εργάτες γης και τους εργαζόμενους του πανηγυριού σε πρώτο πλάνο να διεκδικούν τη θέση τους. Βλέπουμε και μη ανθρώπινα όντα και τοπία σε μια παράδοξη συμμαχία.
Ποιες θεωρείτε πως είναι οι προκλήσεις του να επιμεληθείς μια εθνική συμμετοχή σε μία διεθνή έκθεση τέχνης, όπως η Μπιενάλε Βενετίας;
Η Μπιενάλε Βενετίας αποτελεί μάλλον το πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον στη σύγχρονη τέχνη. Λόγω της σημασίας της και της μεγάλης της απήχησης είναι μεγάλη η ευθύνη και το άγχος της έκθεσης. Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι το να δημιουργηθούν ισορροπίες ανάμεσα στους εμπλεκόμενους θεσμούς, στους φορείς και τα πρόσωπα και να μπορέσει το έργο που έχει σχεδιαστεί να πραγματοποιηθεί σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Η εξεύρεση των κατάλληλων πόρων που πάντα εκτινάσσονται λόγω των ιδιαιτεροτήτων της Βενετίας και η εμπρόθεσμη εκροή τους δημιουργεί δυσκολίες καθώς κάθε θεσμός έχει το δικό του γραφειοκρατικό πλαίσιο. Στη δική μας περίπτωση, παρά τα προβλήματα που αναπόφευκτα προκύπτουν σε μια παραγωγή αυτού του μεγέθους, ήμασταν τυχεροί/ες καθώς είχαμε την πλήρη υποστήριξη του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (εθνικός επίτροπος), τόσο της καλλιτεχνικής διευθύντριας, Κατερίνας Γρέγου, όσο και της οικονομικής διευθύντριας, Αθηνάς Ιωάννου, που σε αμέριστη συνεργασία με το υπουργείο πολιτισμού και ιδιαίτερα τον υφυπουργό βοήθησαν να αποκατασταθεί η ομαλή λειτουργία και να τηρήσουμε το χρονοδιάγραμμα. Η συνεργασία επίσης με τον Γιάννη Αρβανίτη και τη Μαρία Τσολάκη ήταν κομβική. Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος με την ανταπόκριση των δημόσιων θεσμών αλλά και την ευελιξία των συνεργασιών τους. Υποστηρίζουμε πρώτα απ’ όλα τη δημόσια λειτουργία της τέχνης και το έργο υποστηρίχθηκε με σθένος και χωρίς καμία θεματική εμπλοκή από τους κρατικούς φορείς και αυτό νομίζω μπορούμε να το κρατήσουμε ως θετικό προηγούμενο. Τέλος, καθοριστική ήταν η συμβολή όλων των συνεργατών και των συγγραφέων όπως ο Alex Strecker, η Ιωάννα Γερακίδη, η Άλκηστη Ευθυμίου, η Ιωάννα Ζούλη, ο Αναστάσιος Κουκουτάς και ο Μάριος Χατζηπροκοπίου, που αποτέλεσαν στήριγμα και μέσω των κειμένων τους διεύρυναν τους τρόπους πρόσληψης του έργου.
Ποιες συμμετοχές/έργα/καλλιτέχνες ξεχωρίσατε από την 60η Μπιενάλε και γιατί;
Από τα εθνικά περίπτερα το “Drama 1882” του Wael Shawky, που εκπροσωπεί την Αίγυπτο και ζωντανεύει μια κομβική στιγμή στην ιστορία της χώρας. Καταπιάνεται με άμεσο και συγκινητικό τρόπο με το αποικιοκρατικό παρελθόν και την βρετανική κατοχή της Αιγύπτου μέσω ενός μιούζικαλ που γυρίζεται στο ιστορικό θέατρο της Αλεξάνδρειας.
Η Doruntina Kastrati με το “The Echoing Silences of Metal and Skin” στο περίπτερο του Κοσόβου, που εστιάζει στις μορφές επισφαλούς απασχόλησης στις ελαφριές βιομηχανίες στον απόηχο του πολέμου του Κοσσυφοπεδίου, μια περίοδο που σημαδεύτηκε από μια απότομη μετάβαση στο σύστημα ελεύθερης αγοράς. Η υποτιθέμενη ανεξαρτησία σε σχέση με τα χειραφετητικά προτάγματα και η παράλληλη διαιώνιση των έμφυλων ρόλων, που αντίστοιχα ωθεί συγκεκριμένες ομάδες στο περιθώριο, δίνεται μέσα από ένα σωματικό πρίσμα που δεν περνάει απαρατήρητο. Στο περίπτερο του Λιβάνου, η δουλειά της Mounira Al Solh με τίτλο “A Dance with her Myth” με την εύστοχη αντιστροφή του μύθου της αρπαγής της Ευρώπης. Τέλος το“Greenhouse”, περίπτερο της Πορτογαλίας, που χρησιμοποιεί την έννοια του κήπου ως μεταφορά για την αποαποικιοποίηση. Στην κεντρική έκθεση τα ψηφιδωτά του Omar Mismar, η ζωγραφική των Salman Toor και Louis Fratino, το video τ@ν Joshua Serafin.
Πώς θα συμπληρώνατε τη φράση:
Foreigners everywhere…
We recall the Latin “foris,” meaning “outside” or “outdoors.” Aren’t we all “strange” and “outsiders” somehow? This thought crosses our minds as we sip a Bellini and eat carpaccio in Venice. Oh well… (war sounds in the background).