Ex_posure

Interviews

ΛΗΔΑ ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

Η ζωή στο εργαστήριό μου είναι πλούσια, αναφέρει χαρακτηριστικά η Λήδα Κοντογιαννοπούλου σε παλαιότερο κείμενό της. Στιγμιότυπα αυτής της ζωής μοιράζεται τώρα μαζί μας τόσο μέσω της μίας εκ των δύο ενοτήτων έργων, που παρουσιάζονται μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου στην ατομική της έκθεση στην γκαλερί ena, όσο και μέσα από τις απαντήσεις της στη συγκεκριμένη συνέντευξη. Έργα που αποτυπώνουν στιγμές από το εργαστήριο της ζωγράφου, έργα εσωτερικά, αυτοβιογραφικά, με πλήθος αναφορών σε μνήμες προσωπικές και στοιχεία του παρελθόντος που ζουν στο παρόν και συχνά το καθορίζουν. Το παρελθόν κυριαρχεί και στη δεύτερη ενότητα έργων της έκθεσης μέσα από χάρτες παλιούς στους οποίους χαρτογραφούνται πέρα των γεωγραφικών και στοιχεία συλλογικής μνήμης και ταυτότητας, εθνικής και ατομικής.

Η Λήδα Κοντογιαννοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Αποφοίτησε από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών το 2000 με καθηγητή τον Γιάννη Ψυχοπαίδη. Το 2003 πήρε μέρος στη δημοπρασία του Sotheby’s International Young Artists.

Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Έχει παρουσιάσει τη ζωγραφική της σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις.

Η Λήδα Κοντογιαννοπούλου στη συνέντευξη που ακολουθεί μας μίλησε για τη ζωγραφική της αλλά και για την τέχνη γενικότερα.

Ε.Ζ. Η ατομική σας έκθεση που παρουσιάζεται αυτή την περίοδο στην αίθουσα τέχνης ena αποτελείται από δύο ενότητες έργων, στη μία πρωταγωνιστούν χάρτες παλαιότεροι και και στην άλλη το εσωτερικό του εργαστηρίου σας. Ποιος είναι ο συνδετικός κρίκος που πιθανόν ενώνει τις δύο αυτές ενότητες της δουλειάς σας; θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως αποτελούν παραλλαγές του ίδιου θέματος;

Η αλήθεια είναι πως αυτές οι δύο ενότητες δεν συνδέονται παρά μόνο χρωματικά. Τα εσωτερικά έγιναν το 2012 έως το 2013, ενώ οι χάρτες ξεκίνησαν από εντελώς άλλη αφετηρία το τέλος του 2013 μέχρι τώρα. Δε νομίζω ότι κανείς θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι αποτελούν παραλλαγή του ίδιου θέματος. Το μόνο που θα μπορούσα να σκεφτώ σαν κοινό στοιχείο είναι μία νοσταλγία για το παρελθόν που είναι, πίστεύω, διάχυτη στα έργα μου ούτως ή άλλως.

Σε ποιο βαθμό είναι αυτοβιογραφική η δουλειά που τώρα παρουσιάζετε; 

Η δουλειά που παρουσιάζω έχει σίγουρα αυτοβιογραφικά στοιχεία. Τα μεν εσωτερικά απεικονίζουν τον πολύ προσωπικό μου χώρο, με όλα όσα αυτός περιέχει, όπως παλιές οικογενειακές φωτογραφίες αλλά και παλιές φωτογραφίες της Αθήνας. Τα δε έργα με τους χάρτες, σίγουρα εμπεριέχουν και αυτά αυτοβιογραφικά στοιχεία με μία ευρύτερη έννοια. Όχι μόνο το έργο με το χάρτη του Υμηττού έχει σαφείς αυτοβιογραφικές αναφορές (το έργο έγινε με αφορμή μία ομαδική έκθεση της γκαλερί ena με θέμα τους θερινούς κινηματογράφους και ο πατέρας μου είχε έναν τέτοιο κινηματογράφο για αρκετά χρόνια στην περιοχή του Χολαργού), αλλά και όλα τα άλλα έργα. Ποιός δεν αισθάνεται συγκίνηση βλέποντας ένα χάρτη του Εύξεινου Πόντου; Ή έναν χάρτη της Πελοποννήσου όπου αναγράφονται ταυτόχρονα στα ιταλικά και στα ελληνικά τα τοπωνύμια;

Ένα σημαντικό κομμάτι της ζωγραφική σας επικεντρώνεται στα φαινομενικά επουσιώδη και αποτυπώνει ρεαλιστικά στιγμές και αντικείμενα της καθημερινότητας. Είναι αισθητή η απουσία πρόθεσης εξωραισμού του αντικειμένου σας καθώς και η έλλειψη της αγωνίας σας να το παρουσιάσετε με τρόπο πρωτότυπο και καινοτόμο. Μιλήστε μας για αυτές τις συνειδητά ‘παραδοσιακές’ επιλογές τόσο στη φόρμα, στο χρώμα όσο και στο περιεχομένο της δουλειά σας.

 Τα φαινομενικά επουσιώδη έχουν για μένα μία ιδιαίτερη σημασία. Όταν μπαίνω σε έναν χώρο πάντα παρατηρώ τα έπιπλα, τα αντικείμενα, τα κάδρα στους τοίχους, τα χρώματα που κυριαρχούν, όλες τις διακοσμητικές λεπτομέρειες. Όλα αυτά μαζί μου δίνουν μία σαφή εικόνα των ανθρώπων που ζουν μέσα στο χώρο αυτό και αμέσως αφήνομαι να αισθανθώ: μερικοί χώροι με απωθούν αμέσως, άλλοι μου είναι αδιάφοροι και άλλοι με ενδιαφέρουν πολύ να τους επεξεργαστώ και, καμμιά φορά, να τους ζωγραφίσω κιόλας. Πέρσι επισκέφθηκα ένα τέτοιο σπίτι και, ενώ ο λόγος της επίσκεψής μου ήταν εντελώς τυπικός, τελικά πέρασα ενάμισυ μήνα ζωγραφίζοντάς το! Όσο για τη φόρμα και το χρώμα δεν θεωρώ ότι είναι παραδοσιακά. Είναι τέτοια η εμμονή των καλλιτεχνών τα τελευταία χρόνια να «πρωτοτυπήσουν» που πιστεύω πως η ειλικρινής και αγνή ζωγραφική αποτελεί καινοτομία και όχι το αντίστροφο. Το να αποκτήσει το έργο ενός καλλιτέχνη προσωπικό χαρακτήρα είναι αποτέλεσμα και όχι πρόθεση.

Έχετε επισημάνει στο παρελθόν την επίδραση της μουσικής στη δουλειά σας, και συγκεκριμένα της μουσικής του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Μπορούμε σχετικά εύκολα να αντιληφθούμε αλλά και να εντοπίσουμε τα αντικείμενα, τα πρόσωπα και τις στιγμές που αποτέλεσαν το ερέθισμα, την έμπνευση για εσάς. Οι ήχοι, η μουσική με ποιον τρόπο θα λέγατε πως αποτυπώνονται αλλά και πώς ανιχνεύονται στο έργο σας;

Δε νομίζω ότι η επίδραση της μουσικής μπορεί να ανιχνευτεί στο έργο μου, έτσι μου φαίνεται τουλάχιστον. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι η μουσική του Μπαχ μου οργανώνει τη σκέψη, και ειδικά τα πιανιστικά κομμάτια του.

Ποια είναι η στιγμή που ως καλλιτέχνης νιώθετε πως μια ενότητα έργων σας έχει ολοκληρωθεί και μπορεί να εκτεθεί στο κοινό;

Όταν έχει περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια του οποίου δουλεύω πάνω στο ίδιο θέμα και μετά αρχίζει να φαίνεται μία κούραση στα έργα, τότε ξέρω πως πρέπει να σταματήσω. Εννοείται πως στα ίδια θέματα θα επανέλθω, αλλά αφού γίνει πρώτα ένα διάλειμμα.

Ποιος πιστεύετε πως είναι ο ρόλος του καλλιτέχνη αλλά και της τέχνης γενικότερα στη συγκεκριμένη χωροχρονική συγκυρία;

 Ο καλλιτέχνης σίγουρα επηρεάζεται όταν η χώρα του βρίσκεται σε τόσο δυσμενή θέση όπως η δική μας. Yπάρχει ακόμα περισσότερη αγωνία για τα οικονομικά, πολλοί καλλιτέχνες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το δρόμο της τέχνης. Παρ’όλ’αυτά, η διαφυγή που προσφέρει η τέχνη παραμένει πάντα μία ουσιαστική ανάγκη του ανθρώπου που δεν μπορεί να αντικατασταθεί με οτιδήποτε άλλο. Και είναι αλήθεια πως, όσο άσχημη και να είναι η κατάσταση μιας χώρας, πάντα υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι είναι καλλιεργημένοι και διατεθιμένοι να υποστηρίξουν το καλλιτεχνικό έργο.

Ποιους σύγχρονους καλλιτέχνες ξεχωρίζετε και για ποιους λόγους;

Θαυμάζω πολύ τον Μόραλη και τον Μαυροείδη, τον πρώτο για τη λιτότητα και την ουσία της ζωγραφικής του, τον δεύτερο για το χρώμα του. Επίσης, μου αρέσουν πολύ τα τοπία του Τέτση με την αμεσότητά τους. Από ξένους ζωγράφους, θαυμάζω πολύ τον Φρανκ Άουερμπαχ. Μου αρέσει πολύ η πάστα του και η αφαίρεσή του, κάτι που θα ήθελα κι εγώ να κάνω αλλά μου είναι αδύνατον!

Ποιες είναι οι προσδοκίες σας όσον αφορά στην πορεία της δουλειάς σας, τόσο αυτής που τώρα παρουσιάζετε αλλά και γενικότερα;

Όταν κάποιος εκθέτει τη δουλειά του προσδοκά την καλή αντιμετώπιση του κοινού, τα καλά σχόλια, την επικοινωνία. Σε βάθος χρόνου, όμως, προσδοκά να ανακαλύψει την πολύ προσωπική του ταυτότητα.

 

Λήδα Κοντογιαννοπούλου, ena art gallery:

https://www.facebook.com/events/562050847297113/

Mare Aegeum, 30X25 εκ., λάδι σε καμβά, 2014
« από 7 »